14 Απρ 2014

Κάτω από τη σκούφια του...

Κείμενο του Νίκου Ζαρταμόπουλου υποψήφιου με τη Λαϊκή Συσπείρωση

Ο επικεφαλής του υποστηριζόμενου από τον ΣΥΡΙΖΑ συνδυασμού «Ο Άλλος Δρόμος» κ. Στράτος Γεωργούλας, έχει κατά κόρον χρησιμοποιήσει στις προεκλογικές του εμφανίσεις μέχρι τώρα διάφορα κουτοπόνηρα κόλπα και λαθροχειρίες προκειμένου να ψαρέψει σε νερά που τα νομίζει θολά.

Τον έχουμε δει καταρχάς να αποφεύγει συστηματικά να αναφερθεί στο κόμμα που τον πρότεινε, τον στηρίζει και συμμετέχει στον συνδυασμό του και να κρύβει την προφανή πολιτική του συμφωνία με τις θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ πίσω από φληναφήματα περί «αριστερής ενότητας». Τον έχουμε ακούσει σε συνεντεύξεις να χρησιμοποιεί τον όρο «λαϊκή εξουσία» (που στους παλιότερους θα θυμίσει το παλιό …παπατζήδικο «Και εις την λαοκρατίαν πιστεύομεν») αν και γνωρίζει πολύ καλά ότι μόνο το ΚΚΕ χρησιμοποιεί αυτόν τον όρο ως πολιτικό του στόχο, και μάλιστα λοιδορείται γι’ αυτό από τους συμμάχους του κ. Γεωργούλα στον ΣΥΡΙΖΑ (βλέπετε, η «λαϊκή εξουσία» παραπέμπει για τους αριστερούς αυτού του είδους στη «Δευτέρα παρουσία», ενώ ο δικός τους στόχος για μια «αριστερή ΕΕ» είναι τόσο μα τόσο χειροπιαστός!). Τέλος έχουμε θαυμάσει τον κ. Γεωργούλα και σε έναν ακόμη λιγότερο τιμητικό για τον ίδιο ρόλο, να φτάνει να υπενθυμίζει στους έκπληκτους παρευρισκόμενους στις περιοδείες του με ποια μέλη του ΚΚΕ έχει συγγένεια... (!)
Το τελευταίο του όμως ατόπημα αγγίζει τα όρια της καπηλείας και συναγωνίζεται σε φτήνια τα πιο φτηνά από τα κόλπα των διάφορων «ίματζμέικερ» που φιλοτεχνούν τα προφίλ των υποψήφιων ανά την Ελλάδα δημάρχων και κομματαρχών.

Δημοσίευσε λοιπόν ο κ. Γεωργούλας στο Διαδίκτυο άρθρο με τίτλο «Προσωπικά». Τι ήταν αυτό το τόσο «προσωπικό» που είχε ανάγκη να μας εξομολογηθεί ο κ. υποψήφιος ξαφνικά εν τω μέσω της προεκλογικής περιόδου; Ήταν η ιστορία της οικογένειάς του, στην οποία ανήκουν και μερικές σπουδαίες και ηρωικές μορφές του εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος του νησιού μας. Το άρθρο του έχει βέβαια τις απαραίτητες υποβλητικές νότες ώστε να περνιέται για ένα είδος μνημόσυνο, ή για προσωπικός φόρος τιμής στους προγόνους. Ωστόσο η ψηφοθηρική πρεμούρα δεν αφήνει τον κ. Γεωργούλα να συγκρατηθεί μέχρι τέλους. Έτσι καταλήγει να προσθέσει κατιτίς «για όσους δεν κατάλαβαν», μιλώντας για «οικογενειακές παρακαταθήκες» και για «φάρους» που τον καθοδηγούν. Αξίζει να σταθούμε σε αυτά που επικαλείται ως «φάρους» του ώστε να αποκαλυφθεί πόση συσκότιση επιχειρεί έντεχνα να διασπείρει με αυτούς, και πόσο κάλπικες είναι οι «παρακαταθήκες» όταν χρησιμοποιούνται για κάλπικους σκοπούς…

Κατά πρώτον κάνει μια ανιστόρητη αναφορά σε κείμενο του Γληνού του οποίου το νόημα διαστρέφει εντελώς. Ενώ δηλαδή ο Γληνός στο απόσπασμα που παραθέτει εκφράζει την ουσία της δράσης του ΕΑΜ, ότι ακόμη και μέσα σε συνθήκες εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα, προτεραιότητα και καθημερινός στόχος πρέπει να είναι το ψωμί και οι ανάγκες του λαού, ο κ. Γεωργούλας εμφανώς μεταχειρίζεται τα λόγια του Γληνού για να μας πει ότι ο αγώνας που έχει να δώσει σήμερα ο λαός μας, δεν είναι ενάντια στο κεφάλαιο και τη λυκοσυμμαχία της ΕΕ απ’ όπου πηγάζουν τα μέτρα που τον εξαθλιώνουν, αλλά είναι τάχα «εθνικοαπελευθερωτικός»! Πρόγονος του κ. υποψήφιου ο Γληνός δεν είναι, τι δουλειά έχει το απόσπασμά του σε μια τόσο «προσωπική» εξομολόγηση, και μάλιστα διαστρεβλωμένο; Πολύ απλά στόχος αυτής της παρεμβολής στο «οικογενειακό κάδρο» είναι να εξυπηρετηθεί η συμμαχία που στήνει ο ΣΥΡΙΖΑ με διάφορα σοβινιστικά και τυχοδιωκτικά στοιχεία, να αξιοποιηθεί εκλογικά η φιλολογία περί «ξένης κατοχής» προς την οποία πολλοί προσπαθούν να στρέψουν τη δικαιολογημένη λαϊκή αγανάκτηση. Πρόκειται για μια φιλολογία που σκοπό έχει να δικαιολογήσει τα απροκάλυπτα χαριεντίσματα του ΣΥΡΙΖΑ με μερίδες του κεφαλαίου, και τον ίδιο τον ΣΕΒ, ως «πατριωτική στάση», ενώ απώτερος σκοπός της είναι να πείσει τους εργαζόμενους να αποδεχτούν μελλοντικά τους ακόμα πιο στενούς κορσέδες –ενδεχομένως «αριστερής κατασκευής»- που τους ετοιμάζουν οι εγχώριοι καπιταλιστές στο πνεύμα του Μάαστριχτ και των μνημονίων.

Όμως ο κ. Γεωργούλας προχωρεί και στον δεύτερο «προσωπικό του φάρο», παρουσιάζοντας λίγο ως πολύ τον εαυτό του –πάλι ελέω συγγένειας- ως συνεχιστή της αγωνιστικής παράδοσης των κομμουνιστών δημάρχων και δημοτικών συμβούλων της Λέσβου. Αλλά δεν σταματά εκεί, θέλει να μας δείξει πώς συνδέεται το όραμα εκείνων των αγωνιστών με το σημερινό δικό του και της παράταξής του και εκεί «προδίδεται». Διότι πώς να αποδώσει κανείς το όραμα εκείνων των αγωνιστών (που ήταν διατυπωμένο σε εκείνη την άτιμη, την ασυμβίβαστη γλώσσα της ταξικής πάλης που οι αστοί συνηθίζουν να καταγγέλλουν ως «ξύλινη») στην καθ’ όλα κομψή (και καθόλου ξύλινη μα την αλήθεια…) γλώσσα της επίδοξης νέας σοσιαλδημοκρατίας του ΣΥΡΙΖΑ και των συν αυτώ; Αν πιστέψουμε τον κ. Γεωργούλα το όραμα που του κληροδότησαν οι κομμουνιστές αγωνιστές της οικογένειάς του είναι μια τοπική αυτοδιοίκηση που εκπονεί μια «τοπική πορεία ανάπτυξης» με βάση τις ανάγκες των «μη εχόντων» και ενάντια στην εξουσία των «τζακιών του τόπου». Οι χιλιομασημένες καραμέλες των παλιών μαγκουροφόρων κομματαρχών («τζάκια»), οι γνωστές ακροβατικές διχοτομήσεις («έχοντες και μη έχοντες» «προνομιούχοι και μη προνομιούχοι») των πατριαρχών της ελληνικής σοσιαλδημοκρατίας Παπανδρέου και Σημίτη, σμίγουν στο όραμα του κ. Γεωργούλα με τις φιοριτούρες των σύγχρονων κομματαρχών που τάζουν «τοπική ανάπτυξη», που όπως μας λέει θα είναι «συνεργατική» (αυτό πια είναι απροσδιόριστης καταγωγής σάλτσα…). Κι όλα αυτά πλασάρονται ως «κομμουνιστική κληρονομιά»! Θα γελούσαν και τα νεκροταφεία αν μπορούσαν…

Η «βιογραφική» εξομολόγηση του κ. Γεωργούλα, παρουσιάστηκε στο Διαδίκτυο με τίτλο «Από πού κρατάει η σκούφια του». Στην πραγματικότητα το μόνο που κατάφερε είναι να αποκαλύψει «από πού κρατάει η σκούφια» της πολιτικής του συνδυασμού του, κατάφερε με τα τερτίπια που χρησιμοποιεί να φανερώσει ότι ο ΑΛΛΟΣ ΔΡΟΜΟΣ στον οποίο καλεί τους Λέσβιους να τον ακολουθήσουν είναι ένας ΑΛΛΟΣ ΔΡΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗ των λαϊκών αγώνων στην αστική πολιτική. Βγαλμένο από τις πιο σάπιες παραδόσεις των αστών τοπικών κομματαρχών είναι το πονηρό κλείσιμο του ματιού στην θεοσέβεια των αναγνωστών του που κάνει στην αρχή του κειμένου του μιλώντας για την «ευλογία του Ταξιάρχη». Βγαλμένη από τις πιο σάπιες πασοκικές (αν όχι αυριανιστικές) παραδόσεις είναι και η προσπάθειά του κ. υποψήφιου να προβάλλει με κάθε ευκαιρία τη δήθεν σχέση του ίδιου και της παράταξής του με το ΚΚΕ και με τις παραδόσεις του. Φαίνεται ότι έχει την αφελή εντύπωση ότι έτσι αγγίζει ευαίσθητες χορδές της Λέσβου με την πλούσια αγωνιστική ιστορία. Και είναι αλήθεια ότι κινδυνεύει να …τις αγγίξει, μόνο που αυτό δεν θα τον ωφελήσει. Οι άνθρωποι που στο νησί μας τιμούν, εκτιμούν και συνεχίζουν τις παραδόσεις του εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος ξέρουν να αντλούν και πείρα από αυτές τις παραδόσεις. Έχουν δει τόσες και τόσες προσπάθειες ενσωμάτωσης των αγώνων τους, έχουν προσπαθήσει να τους ξεγελάσουν τόσες φορές, κι έχουν θαυμάσει τόσες και τόσες αριστερές πολιτικές πιρουέτες και στριφογυρίσματα! Μάλλον δεν θα εντυπωσιαστούν λοιπόν από τη σημερινή θλιβερή απόπειρα του κ. Γεωργούλα να καπηλευτεί αγώνες με τους οποίους η παράταξή του δεν έχει καμία σχέση.

Βολεύει δεν βολεύει τον κ. υποψήφιο, στη δύστροπη για τα ευαίσθητα αστικά αφτιά γλώσσα αγωνιστών που επικαλείται, «όραμα» ήταν η κατάργηση της εκμετάλλευσης του ανθρώπου από άνθρωπο. Μόνο που δεν ήταν αφηρημένο όραμα σαν κι αυτά που επικαλούνται συνήθως οι αστοί πολιτικοί, ήταν το πολιτικό πρόγραμμα του ΚΚΕ για τη συγκέντρωση των δυνάμεων της εργατικής τάξης και των συμμάχων της με σκοπό την ανατροπή του εκμεταλλευτικού συστήματος, ένα πολιτικό πρόγραμμα που έπαιρνε σάρκα και οστά μέσα από την καθημερινή πάλη για τα άμεσα εργατικά και λαϊκά προβλήματα. Οι κομμουνιστές δήμαρχοι, κοινοτάρχες και σύμβουλοι κατάφεραν στον καιρό τους όσα κατάφεραν και κατέκτησαν τη λαϊκή αναγνώριση (αντιμετωπίζοντας παράλληλα και πολλά λαϊκά τοπικά προβλήματα) όχι βέβαια μιλώντας τη γλώσσα των αστών κι όχι με όρκους στην καπιταλιστική ανάπτυξη και στο επιχειρηματικό κέρδος. Κατάφεραν όσα κατάφεραν επειδή στηρίζονταν σε ένα κόμμα που μιλούσε τη γλώσσα της αλήθειας, επειδή έδειχναν ότι για να κερδίσει το παραμικρό ο εργάτης, ο φτωχός αγρότης, ο άνεργος, ο μικρομαγαζάτορας πρέπει να χειραφετηθεί από την αστική πολιτική, να μάθει να παλεύει κάτω από τις δικές του σημαίες, τις μόνες που τρομοκρατούν το κεφάλαιο, επειδή έδειχναν τα αδιέξοδα και τα ψέματα των πολιτικών του «εφικτού» με τα οποία οι αστοί τοπικοί άρχοντες δικαιολογούσαν πάντα τις αντιλαϊκές επιλογές τους.

Η σύνδεση λοιπόν ανάμεσα στους αγώνες του χτες και του σήμερα, δεν είναι φυσικά ζήτημα …DNA, είναι ζήτημα ουσίας. Οι αγώνες των παλιότερων κομμουνιστών στον χώρο της τοπικής αυτοδιοίκησης τιμώνται και συνεχίζονται μέσα από τη δράση των κομμουνιστών και των ταξικών δυνάμεων που στρατεύονται, στη Λέσβο και πανελλαδικά με τους συνδυασμούς της Λαϊκής Συσπείρωσης. Και οι δυνάμεις αυτές δεν έχουν ανάγκη από τον εικονικό συναισθηματισμό του πολιτικού μάρκετινγκ. Όπως και οι παλιοί αγωνιστές, οι δυνάμεις αυτές δεν λένε ψέματα στον λαό. Δεν του τάζουν «τοπικές αναπτύξεις» που είναι καταδικασμένες είτε να μείνουν χωρίς αντίκρισμα είτε να πραγματοποιηθούν μέσα στις σύγχρονες συνθήκες υπερεκμετάλλευσης που διαμορφώνει το κράτος των μονοπωλίων. Αποκαλύπτουν πώς το κράτος αυτό θέλει να χρησιμοποιήσει τους Δήμους και τις Περιφέρειες όχι ως αυτοδιοίκηση πλέον, αλλά ως τοπική διοίκηση, αποτελεσματική για το κεφάλαιο και για την εφαρμογή των ευρωενωσιακών πολιτικών. Λάθος μάρκετινγκ διάλεξε λοιπόν ο κ. Γεωργούλας και οι εγκέφαλοι του συνδυασμού του. Οι «φάροι» που επικαλείται έχουν ευτυχώς την ιδιότητα να φωτίζουν το σήμερα με το φως της ιστορικής εμπειρίας και δεν μπορούν να χρησιμοποιούνται για να συγκαλύπτουν το γεγονός ότι η πολιτική που υπηρετεί ο ΣΥΡΙΖΑ και ο συνδυασμός του δεν είναι τίποτε άλλο από «αριστερή» σοσιαλδημοκρατική παραλλαγή αυτής της αντιδραστικής και φοροληστρικής πολιτικής της ΕΕ σε τοπικό επίπεδο.

Κι επειδή είναι πολύ πιθανό ο κ. υποψήφιος –ο ίδιος που στο κείμενό του χαρακτηρίζει «προσωπική του περιουσία» τους αγώνες των συγγενών του, ενώ τους μεταχειρίζεται ανενδοίαστα ως «προσωπικό πολιτικό κεφάλαιο»- να προσφύγει σε μια πολυχρησιμοποιημένη γνωστή «καραμέλα» για να απαντήσει στα όσα του προσάπτουμε (στην καραμέλα «το ΚΚΕ θεωρεί ότι έχει τίτλους ιδιοκτησίας επί των αγώνων και επί της μνήμης των αγωνιστών»), λαμβάνω το θάρρος, αν και δεν είμαι μέλος του ΚΚΕ, να του δώσω μια προκαταβολική απάντηση: 

Οι «τίτλοι ιδιοκτησίας» υπάρχουν ίσως μόνο στο μυαλό όσων βλέπουν τους αγώνες σαν «κεφάλαιο» σαν αντικείμενο προς πώληση, σαν ανταλλάξιμους και αξιοποιήσιμους στις διαπραγματεύσεις τους με την αστική πολιτική. Το ΚΚΕ πράγματι βρίσκεται συχνά στην ανάγκη να υπερασπίζεται την ουσία και τη μνήμη των ηρωικών αγώνων και των θυσιών που έγιναν κάτω από τη σημαία του (κάτω από τη σημαία της ταξικής πάλης), απέναντι στους κάθε λογής διαστρεβλωτές τους. Έχει υπερασπιστεί αυτούς τους αγώνες και απέναντι σε όσους στα στερνά τους πρόδωσαν αλλάζοντας στρατόπεδο, την έχει υπερασπιστεί και απέναντι σε συγγενείς και σε άλλους «διεκδικητές της κληρονομιάς» των ηρώων του. Το δικαίωμα να υπερασπίζεται (με όπλο πάντα την ιστορική αλήθεια και την επιστημονική ανάλυση των κοινωνικών αντιθέσεων) αυτούς τους αγώνες δεν το στηρίζει σε «τίτλους ιδιοκτησίας», ούτε στην εγγύτητα, ούτε φυσικά στη συγγένεια. Το αντλεί από το γεγονός ότι ποτέ δεν υπέστειλε τη σημαία της ανειρήνευτης ταξικής πάλης και της σοσιαλιστικής επανάστασης, ότι κρατά και σήμερα τη σημαία εκείνη που κρατούσαν όλοι αυτοί οι αγωνιστές, από το γεγονός ότι κάθε μέρα επιβεβαιώνει τον ρόλο του σαν Κομμουνιστικό Κόμμα αρνούμενο εξωραΐσει την κοινωνία της εκμετάλλευσης και να μετατραπεί σε δεκανίκι της μιας ή της άλλης αστικής πολιτικής. Αυτοί είναι οι «τίτλοι» μας λοιπόν και αυτούς επικαλείται το ΚΚΕ και η Λαϊκή Συσπείρωση: τίτλοι συνέπειας και συνέχειας της πάλης για τα μεγάλα και τα μικρότερα προβλήματα των εργαζόμενων και του λαού στην προοπτική της λαϊκής εξουσίας και μιας κοινωνίας χωρίς εκμετάλλευση.

Νίκος Ζαρταμόπουλος 
Υποψήφιος με τη Λαϊκή Συσπείρωση

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου